Παρασκευή 19 Νοεμβρίου 2010

Η φωνή που με καλεί συνεχώς έχει παράξενη χροιά.Είναι μία ερμαφρόδιτη χροιά προκλητική και απαράδεκτα κοινωνική. Μην ξεχνιέσαι όμως.Είναι αυτή που σε προσκαλεί στις αβύσσους. Μωβ άβυσσοι, που σε στροβιλίζουν και όσο στροβιλίζεσαι, τόσο γοητεύεσαι που έχεις γίνει μέρος αυτού του κυνικού χορού.
Αυτό με κάνει επικίνδυνο.
Η ανάσα μου βαριά. Προσπαθώ να πάρω αέρα αλλά πνίγομαι τόσο από την επιθυμία να βρίσκομαι εκεί, που νιώθω σαν να πεθαίνω. Σαν να ζω μία υπερβατική εμπειρία, πέρα από κάθε λογική. Σαν να πετώ στα σύννεφα, χωρίς τη βαρύτητα να με γειώνει.
Σε λίγη ώρα, όλα θα επιστρέψουν στην κανονική τους μορφή, έχοντας απεκδυθεί το διαφορετικό και το ξένο που σαγηνεύει κάθε βλέμμα.
« Γιατί δεν λες κάτι;» με ρώτησε η φωνή. Η αλήθεια είναι πως δεν ήξερα τι να πω. Αν μπορούσα να εκφραστώ, δεν θα γινόταν με λέξεις αλλά μάλλον με κραυγή.
« Θα μπορούσα να πω πολλά πράγματα, αλλά μάλλον δεν θα είχε σημασία. Τι νόημα έχουν δύο, τρεις συλλαβές;»
« Οι συλλαβές δημιουργούν μία λέξη, και οι λέξεις , πρόταση. Η έκφραση σκέψεων είναι το αποτέλεσμα όλων. Αν, όμως, φοβάσαι να ξεστομίσεις κάτι, αυτό συμβαίνει γιατί δεν θέλεις να είσαι εδώ.»
« Δεν έχει σημασία αν θέλω να είμαι εδώ. Όπως και να έχει, σε λίγη ώρα εσύ και εγώ θα μοιραζόμαστε πάλι αυτ'ο το σώμα χωρίς κοινές σκέψεις και συναισθήματα, χωρίς λόγο και αντίλογο, θέληση και αποστροφή να μοιραστούμε επιθυμίες. Όλα θα ξαναγίνουν όπως πρώτα, φυσιολογικά.»
« Φυσιολογικά, ε; Αυτή η λέξη καλύπτει κάθε αμαρτία.»
« Κάθε λέξη, όπως η αμαρτία, που μπορεί να γίνει έξη. Πόσο λάθος θα ήταν να γίνει μία συνήθεια του μυαλού, μία επαναλαμβανόμενη πράξη, χωρίς νόημα!